Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012

Παραμύθι: Ο βασιλιάς και το αηδόνι

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς. Στη χώρα του, έξω από τους φρουρούς, δε ζούσαν άλλοι άνθρωποι. Υπήκοοι ήτανε τα πουλιά. Ήταν η χώρα των πουλιών.

Ένα βραδάκι, ο βασιλιάς άκουσε από τον κήπο ένα αηδόνι να τραγουδάει. Ήτανε το πιο μαγευτικό τραγούδι που είχε ποτέ ακούσει!

Ο βασιλιάς έδωσε διαταγή στο πουλάκι να παρουσιαστεί αμέσως μπροστά του.

-Τι είσαι, το ρώτησε, γιατί δεν ήξερε πως ήταν αηδόνι.

-Είμαι ένα μικρό αηδόνι, αποκρίθηκε.

-Είσαι ένα κανονικό αηδόνι;, ξαναρώτησε ο βασιλιάς.

-Ναι, βέβαια.

-Δεν είσαι μαγικό;

-Όχι, καθόλου. Είμαι ένα συνηθισμένο κανονικό αηδόνι.

-Και πως τραγουδάς τόσο ωραία;, απόρησε ο βασιλιάς.

-Όλα τα αηδόνια έτσι τραγουδούν, είπε με περηφάνεια το πουλάκι.

Ο βασιλιάς πήρε το βασιλικό ύφος και πρόσταξε το πουλί:

-Πήγαινε να μάθεις σ΄ όλα τα πουλιά αυτό το τραγούδι! Σε μια βδομάδα όλοι να το ξέρουν! Θα τους καλέσω να τους ακούσω!

-Μα, βασιλιά μου, όλα τα πουλιά δεν μπορούν να πουν αυτό το τραγούδι! Το κάθε πουλάκι ξέρει το δικό του.

-Όλα τα πουλιά είναι υπηκόοι μου κι όλοι πρέπει να τραγουδούν το ίδιο τραγούδι. Φύγε τώρα, μη φωνάξω τους φρουρούς να σε κλείσουν στο κλουβί!

Τ΄ αηδονάκι δεν ήθελε να πάει φυλακή. Γι΄ αυτό κι έτρεξε να βρει τ΄ άλλα πουλιά, να τους μάθει το αγαπημένο τραγούδι του βασιλιά!

Ύστερα από μια βδομάδα, ο βασιλιάς κάλεσε τα καναρίνια.

Τα καναρίνια τραγούδησαν τον αγαπημένο σκοπό του βασιλιά με πολύ ψιλή φωνή. Έτσι είναι, βλέπεις, τα καναρίνια.

Ο βασιλιάς δυσαρεστήθηκε και πρόσταξε τους φρουρούς να βάλουν φυλακή τα καναρίνια.

Κατόπιν ο βασιλιάς κάλεσε τους κορυδαλλούς. Οι κορυδαλλοί είπανε το αγαπημένο τραγούδι του βασιλιά με πάρα πολλά τσακίσματα κι ο βασιλιάς δεν ευχαριστήθηκε καθόλου. Τότε οι φρουροί βάλανε τους κορυδαλλούς στη φυλακή.

Μετά τους κορυδαλλούς ήρθανε τα χελιδόνια. Αλλά, δυστυχώς, τα καημένα τα χελιδόνια ήτανε πολύ φάλτσα. Έτσι, βρέθηκαν κι αυτά στα κλουβιά.

Ακολούθησαν οι σπίνοι, οι καρδερίνες, οι κούκοι, τα κοράκια κι οι κουκουβάγιες.

-Ουφ! Δεν αντέχω άλλο!, φώναξε ο βασιλιάς. Να έρθουν μόνο τ΄ αηδόνια.



Τότε ήρθαν όλα τ΄ αηδόνια. Στάθηκαν στα κλαδιά του κήπου, τριγύρω απ΄ τον πύργο, απέναντι στα παράθυρα του βασιλιά. Κι άρχισαν να τραγουδάνε πολύ ωραία και πάρα πολύ δυνατά. Το τραγούδι έφτανε ίσαμε τα υπόγεια κι ίσαμε τις ταράτσες.

Τα πουλιά, μες απ΄ τα κλουβιά, άρχισαν κι αυτά να λένε το ίδιο τραγούδι μαζί με τ΄ αηδόνια! Με την ψιλή τους φωνή τα καναρίνια, με τα νάζια τους οι κορυδαλλοί, με τα φάλτσα τους τα χελιδόνια, έκαναν κου κου κου κι οι κούκοι, κρακ ρα κρα οι κόρακες, κουβάου βάου βάου οι κουκουβάγιες, και γινόταν τέτοιος θόρυβος και τόσος σαματάς, τέτοιο κακό και τόση φασαρία, που πέσαν οι φρουροί απ΄ τις επάλξεις, σπάσανε τα κάγκελα των φυλακών, γκρεμίστηκε ο πύργος, τρελάθηκε ο βασιλιάς κι έφυγε τρέχοντας, κρατώντας την κορόνα του, μην του πέσει απ΄ το κεφάλι!

Από τότε τα πουλιά είναι πολύ ευτυχισμένα και το καθένα τραγουδάει όποιο τραγούδι θέλει μ΄ όποια φωνή μπορεί.



ΖΩΗ ΒΑΛΑΣΗ (δημοσιεύτηκε το 1977)